Ἴτων — masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἴτων — εἶμι ibo pres imperat act 3rd dual ἴτον mushroom neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἰτώνων — Ἴτων masc gen pl Ἴτωνος masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἴτωνα — Ἴτων masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἴτωνος — Ἴτων masc gen sg Ἴτωνος masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ιτωνία — Επίθετο της θεάς Αθηνάς, που προήλθε από τον ναό της στην πόλη Ίτων. Αναφέρεται και ως Ιτωναία ή Ιτωνίς. Η λατρεία της I. Αθηνάς είχε διαδοθεί σε όλη τη Θεσσαλία και μάλιστα είχαν καθιερωθεί και γιορτές, τα επονομαζόμενα Ιτώνια. Με το ίδιο όνομα… … Dictionary of Greek
Phradmon — [Sometimes corrupted as Phragmon ] (Gr. polytonic|Φράδμων) was a statuary from Agros,Citation last = Smith first = Philip author link = contribution = Phradmon editor last = Smith editor first = William title = Dictionary of Greek and Roman… … Wikipedia
Itónvs — ITÓNVS, i, Gr. Ἴτωνος, ου, (⇒ Tab. XXVIII.) Amphiktyons Sohn, welcher mit der Melanippe, einer Nymphe, den Böotus zeugete, von dem die Böotier hernach den Namen bekommen haben. Pausan. Bœot. c. 1. p. 543. Er selbst gab der Stadt Iton in… … Gründliches mythologisches Lexikon
Ιτώνια — Επίθετο της θεάς Αθηνάς, που προήλθε από τον ναό της στην πόλη Ίτων. Αναφέρεται και ως Ιτωναία ή Ιτωνίς. Η λατρεία της I. Αθηνάς είχε διαδοθεί σε όλη τη Θεσσαλία και μάλιστα είχαν καθιερωθεί και γιορτές, τα επονομαζόμενα Ιτώνια. Με το ίδιο όνομα… … Dictionary of Greek
Ιτώνιος — Ἰτώνιος, ὁ (Α) [Ίτων] (ενν. μην) ονομασία μήνα στη Θεσσαλία … Dictionary of Greek